20 Μαΐου 2010

00:51
1

Απόγευμα. Διπλό λεωφορείο από Γλυφάδα για κέντρο. Φίσκα. Οι όρθιοι κρεμασμένοι από τις χειρολαβές. Οι καθισμένοι έκλειναν τα μάτια κατάκοποι από δουλειά και έγνοιες. Μέσα κατήφεια κι ιδρώτας. Από τα ανοιχτά παράθυρα αύρα και καυσαέριο. Σε μια στάση επιβιβάστηκε μια μεγάλη παρέα εφήβων. Απλώθηκαν σπρώχνοντας άγαρμπα τους ήδη στριμωγμένους. Από την άμμο που σκόρπισαν σε κάθε τους κίνηση φαινόταν ότι επέστρεφαν από μπάνιο στη θάλασσα. 'Αρχισαν να φωνάζουν. Για την ακρίβεια να ουρλιάζουν. Η εθνική μας λέξη επανερχόταν σε κάθε φράση υποκαθιστώντας ονόματα, επίθετα, ουσιαστικά, ρήματα. Δεν ήταν κουβέντα αλλά παραλήρημα. Υστερία διανθισμένη με άναρθρες κραυγές που ξεσήκωναν τα εξωπραγματικά γέλια των υπόλοιπων της αγέλης.

Η μόνη αντίδραση στην εισβολή, απειροελάχιστες συσπάσεις ενόχλησης στα πρόσωπα των επιβατών. Και ερμητικό κλείσιμο στο καβούκι του ο καθένας. Καρτερικά. Ώσπου κάποιος δεν άντεξε. Ήταν γύρω στα εξηνταπέντε με εβδομήντα. Στον τόνο παράπονου κι όχι της επίπληξης, με χροιά απελπισίας, είπε χαμηλόφωνα στον έφηβο που στεκόταν δίπλα του και έκανε το μεγαλύτερο σαματά: “Βρε αγόρι μου κουφός είσαι και φωνάζεις έτσι; Πιο σιγά σε παρακαλώ, δεν αντέχουμε. Κουρασμένοι άνθρωποι είμαστε.”

Οι επιβάτες αναθάρρησαν για μια στιγμή, πιστεύοντας ότι θα έπιαναν τόπο τα λόγια του. Τα ουρλιαχτά σταμάτησαν για δευτερόλεπτα για να συνεχίσουν επιδεικτικά εντονότερα από πριν. Στάση τη στάση η αγέλη άρχισε να αποδεκατίζεται. Τελευταίος έμεινε ο έφηβος που δέχτηκε την παράκληση του ηλικιωμένου. Επιτέλους ήσυχος. Το μόνο που έκανε ήταν κάποιες περίεργες, ανεξήγητες γκριμάτσες με το στόμα του.

Κάποια στιγμή πάτησε κι εκείνος το κουμπί για στάση. Όταν άνοιξε η πόρτα έσκυψε αστραπιαία στον επιβάτη που τόλμησε να μιλήσει, τον έφτυσε κατάμουτρα, πήδηξε έξω από το λεωφορείο και πριν εξαφανιστεί τέντωσε θριαμβευτικά τον μέσο του δεξιού του χεριού προς το παράθυρο που καθόταν ο αποδέκτης της γιγαντιαίας ροχάλας.

Ο ηλικιωμένος δεν είδε τη χειρονομία. Στεκόταν ακίνητος στη θέση του σαν να μην μπορούσε να πιστέψει αυτό που μόλις είχε συμβεί. Μόνο όταν έκλεισε η πόρτα και το λεωφορείο ξεκίνησε, έβγαλε από την τσέπη του με αργές κινήσεις ένα υφασμάτινο άσπρο μαντήλι. Όλοι τριγύρω που είχαν δει τη σκηνή στράφηκαν προς άλλες κατευθύνσεις, αφήνοντάς τον διακριτικά μόνο να σκουπίσει πρώτα το μάτι, μετά το μάγουλό του και τέλος το πουκάμισό του. Ύστερα το δίπλωσε προσεκτικά στα τέσσερα, στα οχτώ, στα δεκάξι. Μέχρι το τέρμα δεν σήκωσε το κεφάλι. Το βλέμμα του έμεινε προσηλωμένο στα δάχτυλα που τρέμοντας έστριβαν τις άκρες του υγρού μαντηλιού.

Κανένας δεν σχολίασε, κανένας δεν είπε κουβέντα. Μόνο μετά από αρκετή ώρα, ανηφορίζοντας πια τη Συγγρού κάποιος μουρμούρισε: “Αυτή είναι η χειρότερη κρίση...” Η φωνή του όμως σκεπάστηκε από τη σειρήνα ενός ασθενοφόρου.

1 σχόλια:

  1. Όντος αυτή είναι η χειρότερη κρίση.
    Ας κοιταχτούμε όλοι μας το πρωί στον καθρέφτη μας κάνοντας την αυτοκριτική μας.
    Πως καταντήσαμε έτσι τα παιδιά(μας)?
    Με τι ιδανικά και με τι πρότυπα τα μεγαλώνουμε?
    Πως ήταν η νεολαία και πως την θέλανε και την κάνανε?
    Δεν είναι δυνατόν να χάθηκαν και να εξακολουθούν να χάνονται έτσι οι αξίες του σεβασμού, της ευγένειας, της δημιουργικότητας κλπ από παιδιά, εφήβους που τους ανήκει το μέλλον.
    Πιο μέλλον θα μου πείτε. Το μόνο μέλλον που τους παραχωρήσαμε είναι του ίντερνετ, του φραπέ και της ανόητης αυτοπροβολής με κάθε λογής απερίσκεπτες ενέργειες κάνοντάς τους να πιστέψουν ότι με μια άκρος βλακώδη ενέργεια , θα μπορέσουν να αυτό προβληθούν , πιστεύοντας ότι είναι κάποιοι γυρίζοντας στην παρέα τους λέγοντας...είδες ρε Τζο ,Μάικ κλπ εσείς μπορείτε να το κάνετε?
    Ας αναρωτηθούμε λοιπόν όλοι: Τα παιδιά φταίνε για την κατάντια αυτή ή οι Γονείς και γενικότερα οι λεγόμενοι μεγάλοι?
    Εμείς φταίμε κύριοι και κυρίες, διότι την νεολαία την θέλουν να είναι πλέον μια μερίδα του κοινωνικού συνόλου από άβουλα πλάσματα, χωρίς σωστά θέλω και πρέπει, χωρίς τις λεγόμενες αρχές της οικογενείας και με λάθος πρέπει.
    Το μόνο μέλημα μας σήμερα είναι και καλά να σπουδάσει πχ ο γιος μου και να περάσει σε Πανεπιστήμιο της Αθήνας για να μην με φορτώσει με περιττά έξοδα και από εμένα ότι θέλει...
    Μην τα βάζετε με τους νέους αλλά με όλους αυτούς και εμάς τους ίδιους πους τους έχουμε συνέχεια(θα μιλήσω με την γλώσσα τους) στην απέξω χωρίς να τους ρωτήσουμε καν με το γενικολόγο, τι λες για όλα αυτά ΡΕ?

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΠΡΙΝ ΓΡΑΨΕΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΚΕΦΘΕΙΤΕ...

- τηρήστε τους κανόνες δεοντολογίας.
- κάντε εποικοδομητική κριτική, με επιχειρήματα.
- δικαιούστε να διαφωνείτε.