Διάχυτος αυταρχισμός
Στις αρχές του Φθινοπώρου 1931 η χρηματοοικονομική κρίση χτύπησε την
ελληνική οικονομία. Οι αποτυχημένες αλλεπάλληλες προσπάθειες της
κυβέρνησης Βενιζέλου οδήγησαν την Ελλάδα να εγκαταλείψει επίσημα τον
κανόνα του χρυσού σηματοδοτώντας την χρεωκοπία της οικονομικής πολιτικής
που εφάρμοσε η κυβέρνηση των Φιλελευθέρων.
Η κρίση αυτή ρευστότητας εξανάγκασε πολλές επιχειρήσεις και εργοστάσια να κλείσουν ελλείψη πιστώσεων, ενώ η αποτυχία της κυβέρνησης Βενιζέλου
να την διαχειριστεί με επιτυχία, οι αποκαλύψεις για σκάνδαλα
βενιζελικών παραγόντων σε συνδυασμό με τον τεράστιο αριθμό ανέργων, την
αδυναμία χιλιάδων φτωχών να επιβιώσουν έδειχναν πως η κοινωνική συμμαχία
η οποία είχε φέρει τους Φιλελεύθερους στην εξουσία διαλυόταν. Την περίοδο 1931-1932 μεγάλες
κοινωνικές αναταραχές, ιδίως στα αστικά κέντρα, αντιμετωπίστηκαν από
την βενιζελική κυβέρνηση με ανοιχτή καταστολή και με αρκετές δόσεις
στρατιωτικού καθεστώτος. Οι αριστερές και οι αντιβενιζελικές αστικές
εφημερίδες επικέντρωναν έντονα στον αυταρχισμό του Βενιζέλου. Οι εκλογές του 1932 ήταν
μια μεγάλη ήττα για τον βενιζελισμό ο οποίος όξυνε το αυταρχικό του
προσωπείο. Σε αυτές τις εκλογές το ερώτημα «δημοκρατία ή στρατοκρατία»
επισκίασε ουσιαστικά το ερώτημα «αβασίλευτη ή βασιλευόμενη» δημοκρατία
που υποτίθεται ότι διαχώρισε τον μεσοπολεμικό αστικό κόσμο. Ο Βενιζέλος
διεκδικούσε την αντιβασιλική ψήφο προτείνοντας ένα αυταρχικότερο
πολιτικό σύστημα, ενώ οι Παπαναστασίου και Καφαντάρης, πρώην υπαρχηγοί
του, συνεργάζονταν με τους Λαϊκούς επισείοντας τον κίνδυνο ενός
στρατιωτικού κινήματος.
Έτσι στις 3 Νοεμβρίου 1932 η κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη διαδέχθηκε
την Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου και θα έχει διάρκεια 2,5 περίπου
μηνών, μέχρι τις 16 Ιανουαρίου 1933 με σύνθημα την υπεράσπιση της
δημοκρατίας χρησιμοποιώντας μάλιστα μια είδους αντιμπεριαλιστική
ρητορική. Ωστόσο πολύ σύντομα βρέθηκε μπροστά σε μια πολύ μεγάλη
πρόκληση.
Στις 25 Νοεμβρίου κηρύχτηκε απεργία των λεωφορείων αυτοκινήτων της
εταιρίας Πάουερ που εξαπλώθηκε σε όλες τις γραμμές Αθηνών και περιχώρων.
Συνολικά απήργησαν 800 αυτοκίνητα. Η αστυνομία κινήθηκε να υπερασπίσει
με την βία τους λίγους απεργοσπάστες. Για την καθοδήγηση του αγώνα
εκλέχτηκε 15μελής επιτροπή αγώνα η οποία ήρθε σε επαφή με την ΠΟ
Σιδηροδρομικών και άλλα σωματεία ώστε να συντονίσουν τον κοινό αγώνα
ενάντια στις ξένες εταιρίες, αλλά και για ειδικές απαιτήσεις. Το
Διοικητικό Συμβούλιο των τροχιοδρομικών το οποίο ελέγχεται από
σοσιαλδημοκράτες συνδικαλιστές βρίσκεται σε στενή συνεργασία με τους
απεργούς αυτοκινητιστές για την υποβολή κοινού υπομνήματος που θα
περιλαμβάνει τις σοβαρότερες διεκδικήσεις των δύο κλάδων. Σύντομα στο
απεργιακό μέτωπο μπαίνουν οι φωταεριεργάτες.
(κυρίως κείμενο της απεργίας)
Σε συνέλευση του σωματείου τροχιοδρομικών την Τετάρτη 1/12
συμμετείχαν πάνω από 900 εργάτες. Επικράτησε μεγάλος ενθουσιασμός υπέρ
της απεργίας και εκλέχτηκε μικτή απεργιακή επιτροπή από όλες τις
παρατάξεις με του σοσιαλιστές να διατηρούν την πλειοψηφία. Το απεργιακό
μέτωπο διευρύνθηκε με τη συμμετοχή περισσότερων εργατικών στρωμάτων και
σωματείων και λάμβανε τα χαρακτηριστικά μιας μεγάλης μαχητικής απεργίας.
Σύμφωνα με την αρχειομαρξιστική εφημερίδα Πάλη των Τάξεων «η εργατιά
της Αθήνας βρέθηκε κυριολεχτικά στο πόδι», ενώ σημείωνε πως σε μερικά
σημεία, όπως η Καλλιθέα και η Αγία Τριάδα είχε κανείς την αίσθηση πως το
προλεταριάτο κυριαρχούσε.
Συγκεκριμένα στην Καλλιθέα οι τροχιοδρομικοί έχοντας
στο πλευρό τους τις γυναίκες και τα παιδιά τους ανέπτυξαν μια
εξαιρετική δραστηριότητα στην περιφρούρηση της απεργίας. «Φράξανε τις
ράγες με χαλίκια, σκόρπισαν τεράστιους ογκόλιθους και στήσανε ένα
τεράστιο οδόφραγμα ανατρέποντας ένα επιβατικό αυτοκίνητο και
συσσωρεύοντας κοντά σε αυτό καρέκλες, ξύλα, κοτρώνες, και ό,τι μπόρεσαν
να βρουν. Ξάπλωσαν πάνω στις ράγες τα κορμιά τους, συγκρούστηκαν με την
αστυνομία, έσπασαν στο ξύλο τους δυο-τρεις απεργοσπάστες. κατόρθωσαν να
εμποδίσουν την κυκλοφορία και δεν κυκλοφόρησε ούτε ένας συρμός σε καμία
γραμμή. Η ανταπόκριση της Πάλης των Τάξεων τελειώνει σημειώνοντας πως η
απεργία των τροχιοδρομικών σημείωσε μια πρωτοφανή μεγαλειώδη επιτυχία
και απέδειξε στην εργατιά την δύναμή της. Πολλές και πολυάριθμες ήταν οι
διαδηλώσεις έξω από το πολιτικό γραφείο της κυβέρνησης.
Την επόμενη ημέρα οι τροχιοδρομικοί συνέχισαν την απεργία χωρίς να
παρουσιαστεί ούτε ένας απεργοσπάστης. Στην Αγία Τριάδα περίπου 1000
τροχιοδρομικοί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους περιφρουρούσαν την
απεργία. Η κυβέρνηση προσπάθησε να κινητοποιήσει οχήματα με οδηγούς
αεροπόρους, αλλά απέτυχε εξαιτίας της σθεναρής αντίστασης των απεργών. Οι γυναίκες και τα παιδιά των απεργών ξάπλωναν πάνω στις γραμμές και εμπόδιζαν τα οχήματα να κινηθούν. Τα
πρώτα οχήματα που βγήκαν ήταν κατάμεστα από πεζοναύτες και φαντάρους με
«εφ’ όπλου λόγχη» και συνοδεύονταν μπροστά, δεξιά, αριστερά και πίσω
από φαντάρους με «εφ’ όπλου λόγχη». Για να ανοίξουν το δρόμο στα οχήματα
οι χαφιέδες ρίχτηκαν πάνω στους απεργούς και τις γυναίκες και χτυπούσαν
με λύσσα. Ο πρώτος συρμός που βγήκε από το αμαξοστάσιο έκανε 2 ολόκληρε
ώρες να φτάσει στην Ομόνοια, δηλαδή για μια διαδρομή ενός χιλιομέτρου.
Κατά τη διάρκεια της διαδρομής έγιναν πολλές συγκρούσεις.
Στην πλατεία του Ωδείου οι αστυφύλακες τραβούσαν από τα μαλιά μια γυναίκα και τη χτυπούσαν αλύπητα. Τραμβαργέρηδες επιτέθηκαν ενάντια στους χωροφύλακες και απελευθέρωσαν την «ηρωικά μαχόμενη αυτή γυναίκα ενός απεργού». Έξω από την Πολυκλινική έγινε άλλη σύγκρουση στην οποία έλαβαν μέρος πολλά παιδιά απεργών και τραυματίστηκε θανατηφόρα ένας μικρός εργάτης 15 χρονών από τους «λυσσασμένους φρουρούς της τάξεως».
Στην Καλλιθέα μπουλούκια αστυφυλάκων και χαφιέδων μ’ επικεφαλής
ανώτερους αξιωματικούς της αστυνομίας πόλεων διέλυαν με τη βία τις
ομάδες απεργών και γυναικοπαίδων. Όταν το απόγευμα ο γνωστός απεργοσπάστης Βελέντζας
προσπάθησε να βγάλει ένα βαγόνι, οι απεργοί το έσπασαν και ακολούθησε
συμπλοκή με την αστυνομία. Ακούστηκαν πάνω από 50 πυροβολισμοί. Ολόκληρη
η πόλη είχε τη μορφή στρατοπέδου. Κάθε συγκέντρωση κι’ η πιο μικρή
διαλυόταν με τη βία. Χαφιέδες, αστυφύλακες, χωροφύλακες, αεροπόροι,
στρατιώτες και πεζοναύτες με φ’ όπλου λόγχη είχαν πλημμυρίσει τους
δρόμους».[1]
Την επόμενη ημέρα Πέμπτη 3/12 οι τροχιοδρομικοί συνεχίζουν με εξαιρετική μαχητικότητα την απεργία τους. Κατέλαβαν τα αμαξοστάσια και
δεν επέτρεψαν σε κανέναν απεργοσπάστη να τολμήσει να βγάλει κάποιο
όχημα. Κυκλοφόρησε ανακοίνωση της απεργιακής επιτροπής που καλούσε τους
απεργούς να επιμείνουν στον αγώνα και γνωστοποιούσε ότι θα γινόταν κοινή
σύσκεψη της απεργιακής επιτροπής, των αντιπροσώπων της εταιρίας και του
υπουργού. Το ανακοινωθέν διαβιβάστηκε σε όλους τους απεργούς μέσα σε
ακράτητο ενθουσιασμό. Το απόγευμα ανακοινώθηκε η μη αποδοχή των
αιτημάτων από τη μεριά της εταιρίας. Τότε οι απεργοί ξέσπασαν σε
αποδοκιμασίες κατά της Πάουερ.
Στο αμαξοστάσιο της Αγίας Τριάδος άρχισαν να συγκεντρώνονται σε
πυκνές ομάδες τροχιοδρομικών με τα γυναικόπαιδά τους. Στις 7:30 το πρωί
έγινε η πρώτη προσπάθεια να βγει απεργοσπαστικό βαγόνι με αεροπόρους και
εισπράκτορα. Οι απεργοί με την παρότρυνση κομμουνιστών συνδικαλιστών
ετοιμάστηκαν να τους τσακίσουν, ενώ οι σοσιαλδημοκράτες συνδικαλιστές
προσπαθούσαν να τους καλμάρουν. Οι αστυνομικοί επιτέθηκαν με τα κλομπ
και κατάφεραν να διασπάσουν τον όγκο τους. Το απόγευμα το
σοσιαλδημοκράτης ηγέτης του σωματείου Σούτερ ζήτησε από τους απεργούς να
διαλυθούν με την υπόσχεση ότι ο ίδιος εγγυάται πως δε θα βγει κανέναν
βαγόνι. Οι απεργοί όμως αρνήθηκαν και τελικά και οι
αστυνομικοί υποχώρησαν. Στον Πειραιά δεν έφυγε ούτε ένα όχημα από τα
αμαξοστάσια. Στην Αθήνα κατάφεραν οι απεργοσπάστες να βγάλουν μερικά
οχήματα, αλλά σημειώθηκαν πολλά ατυχήματα εξαιτίας της ανικανότητας των
αεροπόρων – οδηγών. Τρία οχήματα χτύπησαν μεταξύ τους στην Λαϊκή
τράπεζα. Στο Μοναστηράκι ένα τραμ συγκρούστηκε με αυτοκίνητο και το
έκανε κομμάτια. Οι επιβάτες μάλιστα τραυματίστηκαν και μεταφέρθηκαν στο
νοσοκομείο. Στην Πατησίων ένα όχημα που το οδηγούσε αστυνομικός
εκτροχιάστηκε. Συνολικά πάνω από 40 οχήματα τέθηκαν σε αχρηστία. Τα αλλεπάλληλα ατυχήματα προκάλεσαν την αγανάχτηση του κοινού εναντίον της Πάουερ.
Σε απεργιακό φύλλο της Πάλης των Τάξεων τονίζεται πως αγώνας αλλάζει
μορφή και το πεδίο της μάχης μετατοπίζεται και μεταφέρεται στο δρόμο και
το πεζοδρόμιο, ενώ η ΚΟΜΛΕΑ ρίχνει το σύνθημα της Γενικής πανελλαδικής
Απεργίας. Στο επόμενο τονίζεται η τρομοκρατία. Απ’ την Ομόνοια ως την Αγ
Τριάδα στα αμαξοστάσια της Πάουερ και ως την Καλλιθέα καμιόνια γεμάτα
φαντάρους και χωροφύλακες ένοπλους» τρομοκρατούσαν. Στο ΕΚΑ κυμάτιζε μια
κόκκινη σημαία και το προαύλιό του ήταν ένα πραγματικό στρατόπεδο. Όσοι
τροχιοδρομικοί φορούσαν τη στολή τους συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν στα
αστυνομικά μπουντρούμια. Τα γραφεία του σωματείου τροχιοδρομικών είχαν
καταληφθεί και φρουρούνταν από ένοπλους χωροφύλακες της Ειδικής
Ασφάλειας. Οι τροχιοδρομικοί ακλόνητοι επέμεναν στον απεργιακό τους
αγώνα. Παρότι έληξε η προθεσμία που έθεσε η «Πάουερ και το κράτος»
κανένας απεργός δεν πήγε να πιάσει δουλειά.
Ενδιαφέρουσα είναι η στάση τω φαντάρων οι οποίοι σε όλη τη διάρκεια
της απεργίας διατήρησαν φιλική στάση προς του απεργούς τροχιοδρομικούς.
Πολλές φορές αρνήθηκαν να χτυπήσουν. Σε μια περίπτωση όταν οι
αξιωματικοί τους παρέταξαν κατά πλάτος στην οδό Πειραιώς και τους
διέταξαν να αδειάσουν τον δρόμο, οι φαντάροι πλησίασαν με παρατεταμένα
τα όπλα, αλλά μια ομάδα απεργών τους φώναξε: «φαντάροι είστε εργάτες,
είστε παιδιά μας. Μη μας χτυπάτε. Αγωνιζόμαστε για το ψωμί μας.». Τότε
οι φαντάροι σήκωσαν τα όπλα, στάθηκαν κι άκουγαν με προσοχή και φανερά
συγκινημένοι τους ηρωικούς απεργούς. Σύμφωνα με ανταπόκριση της Πάλης
των Τάξεων οι διευθύνοντες την Πάουερ έχουν χαμένο το ηθικό τους. Ο
Παπαχελάς, διευθυντικό στέλεχος της Πάουερ ακούστηκε να λέει «πάει το
χάσαμε το παιχνίδι». Ο ίδιος καθόταν στην Γενική Ασφάλεια και απειλούσε
προσωπικά τους συλληφθέντες απεργούς.
Το απεργιακό φύλο της 8 Δεκεμβρίου της Πάλης των Τάξεων είχε ως
τίτλο: η ιστορική απεργία των τροχιοδρομικών προδόθηκε αισχρά απ’ την
αντιδραστική κλίκα του Σούτερ». Η παράταξη που είχε την πλειοψηφία μέσα
στην απεργιακή επιτροπή έκανε ότι μπορούσε για να σκορπίσει την
ηττοπάθεια. Αφού ήρθαν σε συνεννόηση με τους υπουργούς, τους έδωσαν ρητή
υπόσχεση ότι θα λύσουν την απεργία πήραν άδεια για ΓΣ των
τροχιοδρομικών. Η συνέλευση έγινε στον κινηματογράφο Ζέφυρο του Θησείου.
Σε αυτή συμμετείχαν 2000 τροχιοδρομικοί όλοι υπέρ της απεργίας.
Τρομοκρατημένη η κυβέρνηση από τον όγκο ζήτησε μια επιτροπή με τα
αιτήματα. Σε αυτή πήγε μια επιτροπή από σοσιαλδημοκράτες και έναν
συμπαθούντα του κόμματος. Η επιτροπή δέχτηκε την λύση με μόνο όρο την
επαναπρόσληψη όλων των συλληφθέντων. Η Πάουερ αντίθετα απάντησε πως θα
απολύσει 200 απεργούς και στη συνέχεια μόνο 40, όσους δηλαδή
πρωτοστάτησαν στην απεργία και προέρχονταν από κομμουνιστικές
παρατάξεις. Όλοι οι τροχιοδρομικοί, εκτός από λίγους επιθεωρητές
τάχθηκαν υπέρ της συνέχισης της απεργίας. Τελικά αποφασίστηκε να πιάσουν
δουλειά εφόσον δεν γίνει καμία απόλυση. Μικτή επιτροπή ανέλαβε να πει
την απόφασή τους στο υπουργείο.
Για την αρχειομαρξιστική εφημερίδα πρόκειται μια αισχρή και έντεχνη
προδοσία. Ωστόσο οι τροχιοδρομικοί κέρδισαν το σημαντικότερο από τα
αιτήματά τους, καθώς η Πάουερ δήλωσε ότι σταματά την περικοπή του 6% του
μισθού των τροχιοδρομικών και των αυτοκινητιστών εργατών της. Γι’ αυτό
το λόγο η εφημερίδα σημειώνει πως η υποχώρηση αυτή αποτελεί την πρώτη
νίκη των ηρωικών τροχιοδρομικών. Παράλληλα, οι απολυμένοι συνέχιζαν τις
προσπάθειές τους σε συνδυασμό με τους εργαζόμενους για να επανέλθουν.
Πάνω από 50 πήγαν στο γραφείο του Τσαλδάρη. Μετά πήγαν στην εταιρία και
εισόρμησαν μέσα τρομοκρατώντας όλους με τον όγκο και τη μαχητικότητά
τους. Πήγαν μάλιστα και στο σπίτι του άγγλου Ρηντ, διευθυντή της
εταιρίας. Το απόγευμα ξαναπήγαν στα γραφεία της εταιρίας παραβιάζοντας
πόρτες και σκορπίζοντας τον πανικό στους διευθύνοντες της εταιρίας. Ένας
από αυτούς ο Κέμπ δήλωσε πως συμφώνησε με τον υπουργό να διωχθούν οι 40
πιο ζωηροί. Οι απολυμένοι απάντησαν πως είναι αποφασισμένοι να σπάσουν
στο ξύλο τους άγγλους Ρηντ και Κεμπ και να κατέβουν σε νέους αγώνες. Η
διοίκηση της Πάουερ συνεχίζει να απολύει συνδικαλιζόμενους και να πιέζει
τους συνειδητούς και θαρραλέους τροχιοδρομικούς προκαλώντας αναβρασμό
στους τροχιοδρομικούς.
Πολύ σύντομα, η κυβέρνηση Τσαλδάρη εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί και να
δώσει την διακυβέρνηση μια βενιζελογενή κυβέρνηση. Στην πορεία προς τις
νέες εκλογές ξέσπασε στα μέσα του Φεβρουαρίου 1933 νέο απεργιακό κύμα
στην Θεσσαλονίκη το οποίο κατεστάλη βιαίως από τις βενιζελικές αρχές με
πολλούς νεκρούς. Στις εκλογές της 6ης Μαρτίου 1933 νικήτρια αναδείχτηκε
η αντιβενιζελική «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» και ο Πλαστήρας με
πραξικόπημα προσπάθησε να αποτρέψει την πολιτική μεταβολή. Ωστόσο, ένα
μεγάλο μαζικό λαϊκό δημοκρατικό κίνημα 10.000 αθηναίων εμπόδισαν την
δικτατορική εκτροπή.